Crystallography is the experimental science of determining the arrangement of atoms in solids. |
Η Κρυσταλλογραφία είναι η πειραματική επιστήμη που ασχολείται με τον καθορισμό της διευθέτησης των ατόμων στα στερεά. |
In older usage, it is the scientific study of crystals. |
Παλαιότερα, ανεφερόταν ως η επιστημονική μελέτη των κρυστάλλων. |
Before the development of X-ray diffraction crystallography (see below), the study of crystals was based on the geometry of the crystals. |
Πριν την ανάπτυξη της κρυσταλλογραφίας περίθλασης ακτίνων Χ (βλέπε παρακάτω), η μελέτη των κρυστάλλων βασιζόταν στη γεωμετρία των κρυστάλλων. |
This involves measuring the angles of crystal faces relative to theoretical reference axes (crystallographic axes), and establishing the symmetry of the crystal in question. |
Αυτό περιλαμβάνει τη μέτρηση των γωνιών των όψεων των κρυστάλλων συγκριτικά με τους θεωρητικούς άξονες (κρυσταλλογραφικούς άξονες), και τον καθορισμό της συμμετρίας των προς μελέτη κρυστάλλων. |
The former is carried out using a goniometer. |
Το πρώτο πραγματοποιείται χρησιμοποιώντας γωνιόμετρο. |
The position in 3D space of each crystal face is plotted on a stereographic net, e.g. Wolff net or Lambert net. |
Η θέση της κάθε όψης του κρυστάλλου σε ένα περιβάλλον τριών διαστάσεων σχεδιάζεται σε ένα στερεογραφικό δίκτυο, π.χ. δίκτυο Wolff ή Lambert. |
In fact, the pole to each face is plotted on the net. |
Στην πραγματικότητα, ο πόλος κάθε όψης σχεδιάζεται στο δίκτυο. |
Each point is labelled with its Miller index. |
Το κάθε σημείο επισημαίνεται με τον αντίστοιχο δείκτη Miller. |
The final plot allows the symmetry of the crystal to be established. |
Το τελευταίο σχέδιο επιτρέπει τον καθορισμό της συμμετρίας του κρυστάλλου. |
Crystallographic methods now depend on the analysis of the diffraction patterns that emerge from a sample that is targeted by a beam of some type. |
Σήμερα, οι Κρυσταλλογραφικές μέθοδοι βασίζονται στην ανάλυση των μοτίβων περίθλασης που αναδύονται από ένα δείγμα που σημαδεύεται από ένα είδος δέσμης. |
The beam is not always electromagnetic radiation, even though X-rays are the most common choice. |
Η δέσμη δεν είναι πάντα ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία, παρόλο που οι ακτίνες Χ είναι η πιο κοινή επιλογή. |
For some purposes electrons or neutrons are used, which is possible due to the wave properties of the particles. |
Για κάποιες περιπτώσεις χρησιμοποιούνται ηλεκτρόνια ή νετρόνια, κάτι το οποίο είναι δυνατό χάρη στις κυματικές ιδιότητες των σωματιδίων. |
Crystallographers often explicitly state the type of illumination used when referring to a method, as with the terms X-ray diffraction, neutron diffraction and electron diffraction. |
Οι κρυσταλλογράφοι πολλές φορές δηλώνουν ρητά το είδος της φωταύγειας που χρησιμοποιείται όταν αναφέρονται σε μια μέθοδο, όπως με τους όρους περίθλαση ακτίνων Χ, περίθλαση νετρονίων και περίθλαση ηλεκτρονίων. |
These three types of radiation interact with the specimen in different ways. |
Αυτοί οι τρεις τύποι ακτινοβολίας αντιδρούν με το δείγμα με διαφορετικούς τρόπους. |
X-rays interact with the spatial distribution of the valence electrons, while electrons are charged particles and therefore feel the total charge distribution of both the atomic nuclei and the surrounding electrons. |
Οι ακτίνες Χ αντιδρούν με τη χωρική κατανομή των ηλεκτρονίων σθένους, καθώς τα ηλεκτρόνια είναι φορτισμένα σωματίδια και έτσι δείχνουν τη συνολική κατανομή φορτίου τόσο των ατομικών πυρήνων όσο και των περιβαλλόντων ηλεκτρονίων. |
Neutrons are scattered by the atomic nuclei through the strong nuclear forces, but in addition, the magnetic moment of neutrons is non-zero. |
Τα νετρόνια διασπείρονται από τον ατομικό πυρήνα μέσω των ισχυρών πυρηνικών δυνάμεων, όμως, η μαγνητική ροπή των νετρονίων είναι μη μηδενική. |
They are therefore also scattered by magnetic fields. |
Συνεπώς, κι αυτά διασπείρονται από μαγνητικά πεδία. |
Because of these different forms of interaction, the three types of radiation are suitable for different crystallographic studies. |
Εξαιτίας αυτών των διαφορετικών μορφών αλληλεπίδρασης, οι τρεις τύποι ακτινοβολίας είναι κατάλληλες για διαφορετικές κρυσταλλογραφικές μελέτες. |