La psychologie de l'enfant est une discipline de la psychologie qui a pour objet d'étude les processus de pensée et des comportements de l'enfant, son développement psychologique et ses problèmes éventuels. |
Η ψυχολογία του παιδιού είναι ένας κλάδος της ψυχολογίας, που έχει ως αντικείμενο τη μελέτη του τρόπου με τον οποίο σκέφτονται και συμπεριφέρονται τα παιδιά, την ψυχολογική τους ανάπτυξη και τα προβλήματα που ενδεχομένως έχουν. |
Elle prend en compte son environnement. |
Λαμβάνει υπόψιν το περιβάλλον τους. |
L'enfance est une période d'intenses changements. |
Η παιδική ηλικία είναι μια περίοδος έντονων αλλαγών. |
Ces changements affectent le développement physique (et les habiletés motrices), le cerveau, la cognition (mémoire, raisonnement, compréhension du monde...), le langage et la capacité à communiquer, les apprentissages (lecture, mathématiques...), les émotions et leur gestion, les relations sociales, la santé en général. |
Αυτές οι αλλαγές επηρεάζουν την ανάπτυξη του ψυχισμού (και τις κινητικές ικανότητες), τον εγκέφαλο, τη γνωστική ικανότητα (μνήμη, λογική, κατανόηση του κόσμου...), την ομιλία και την ικανότητα της επικοινωνίας. Επίσης, επηρεάζουν τη μαθητεία (ανάγνωση, μαθηματικά...), τα συναισθήματα και τον έλεγχό τους, τις κοινωνικές σχέσεις και γενικά την υγεία. |
Plusieurs facteurs de risque sur la santé physique et mentale sont répertoriés. |
Έχουν καταχωρηθεί πολλοί παράγοντες κινδύνου που αφορούν την ψυχική και πνευματική υγεία. |
L'environnement de l'enfant, sa famille, ses pairs, son environnement préscolaire et scolaire, et son environnement général influencent grandement son développement. |
Το περιβάλλον που μεγαλώνει το παιδί, η οικογένειά του, οι όμοιοί του, το προσχολικό και σχολικό του περιβάλλον, και γενικά ο περίγυρος του, επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την ανάπτυξή του. |
Ces facteurs aident l'enfant à développer ses habiletés (exemple : bilinguisme, résilience) mais peuvent aussi nuire à son développement normal et à son bien-être (exemples : manque de confiance en soi, retard intellectuel, anxiété...). |
Αυτοί οι παράγοντες βοηθάνε το παιδί να αναπτύξει τις ικανότητές του (π.χ. διγλωσσία, αντοχή) αλλά μπορούν επίσης να βλάψουν τη φυσική ανάπτυξή του και την ευημερία του (π.χ. έλλειψη εμπιστοσύνης στον εαυτό του, διανοητική καθυστέρηση, άγχος...). |
La psychologie de l'enfant (ou de l'enfance) est voisine de la psychologie du développement qui s'attache à comprendre le pourquoi et le comment du développement humain (de sa conception à sa mort) et construit des modèles théoriques qui permettent de comprendre et prédire les changements et les périodes de stabilité au cours de la vie humaine. |
Η ψυχολογία του παιδιού (ή της παιδικής ηλικίας) είναι συγγενική με την αναπτυξιακή ψυχολογία, η οποία σχετίζεται με την κατανόηση του λόγου και του τρόπου με τον οποίο αναπτύσσεται ο άνθρωπος (από τη σύλληψή του μέχρι τον θάνατο) και φτιάχνει θεωρητικά μοντέλα, τα οποία μας βοηθάνε να κατανοήσουμε και να προβλέψουμε τις αλλαγές και τις περιόδους που είναι σταθερές κατά τη διάρκεια της ζωής του ανθρώπου. |
Les deux disciplines ont les mêmes racines historiques et les mêmes fondements théoriques. |
Οι δύο επιστημονικοί κλάδοι έχουν ιστορικά τις ίδιες ρίζες και τα ίδια θεωρητικά θεμέλια. |